Αυστηρότερη νομοθεσία για το «ξέπλυμα» προτείνει η Κομισιόν


Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εισηγήθηκε μέσω δύο νομοθετικών προτάσεων την ενίσχυση των υφιστάμενων κανόνων για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και μεταφορά κεφαλαίων.
Η αυστηρότερη κοινοτική νομοθεσία κρίνεται επιβεβλημένη διότι οι απειλές που συνδέονται με το «ξέπλυμα» βρώμικου χρήματος εξελίσσονται συνεχώς, πράγμα το οποίο απαιτεί τακτικές επικαιροποιήσεις των κανόνων.
 
Οι δύο προτάσεις προβλέπουν διεύρυνση των εξουσιών επιβολής κυρώσεων από τις αρμόδιες αρχές, εισάγοντας, για παράδειγμα, μια σειρά ελάχιστων κανόνων βασισμένων σε αρχές για να ενισχύσουν τις διοικητικές κυρώσεις, καθώς και την απαίτηση να συντονίζουν τη δράση τους σε περίπτωση διασυνοριακών υποθέσεων.
 
Για πρώτη φορά γίνεται ιδιαίτερη μνεία στα πολιτικά πρόσωπα, που λόγω των θέσεων που κατέχουν μπορούν να αντιπροσωπεύουν υψηλότερο κίνδυνο διαφθοράς. Για το λόγο αυτό προτείνεται η επέκταση των διατάξεων της νομοθεσίας στα πολιτικά εκτεθειμένα πρόσωπα που διαμένουν σε κράτη μέλη της ΕΕ, καθώς και τα πολιτικά εκτεθειμένα πρόσωπα που εργάζονται σε διεθνείς οργανώσεις. Σε αυτά περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, αρχηγοί κρατών, μέλη της κυβέρνησης, μέλη των κοινοβουλίων, δικαστές ανωτάτων δικαστηρίων.
 
Το νέο νομοθετικό πακέτο το οποίο συμπληρώνει άλλα μέτρα που ελήφθησαν ή σχεδιάζεται να ληφθούν από την Επιτροπή σε σχέση με την καταπολέμηση της εγκληματικότητας, της διαφθοράς και της φοροδιαφυγής, περιλαμβάνει μια οδηγία για την πρόληψη της χρήσης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τον σκοπό της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, και έναν κανονισμό για πληροφορίες που συνοδεύουν τις μεταφορές κεφαλαίων ώστε να εξασφαλίζεται η «δέουσα ιχνηλασιμότητα» αυτών των μεταφορών.
 
 Και οι δύο προτάσεις λαμβάνουν πλήρως υπόψη τις τελευταίες συστάσεις της ειδικής ομάδας χρηματοοικονομικής δράσης για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, και επεκτείνονται σε ορισμένους άλλους τομείς για να προωθήσουν τα υψηλότερα δυνατά πρότυπα για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και για την παρεμπόδιση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.
 
 Πιο συγκεκριμένα, και οι δύο προτάσεις προβλέπουν μια πιο στοχοθετημένη και εστιασμένη προσέγγιση βάσει κινδύνων. Ειδικότερα, η νέα οδηγία βελτιώνει τη σαφήνεια και τη συνεκτικότητα των κανόνων στα κράτη μέλη:
-προβλέποντας ένα σαφή μηχανισμό για την ταυτοποίηση των πραγματικών δικαιούχων, ενώ θα απαιτείται από τα νομικά πρόσωπα να τηρούν αρχεία σχετικά με την ταυτότητα των προσώπων που βρίσκονται στην πραγματικότητα πίσω από την εταιρία,
 
-καθιστά τις υποχρεώσεις της δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη πιο σαφείς και διαφανείς, ώστε να διενεργούν τους κατάλληλους ελέγχους και να διαθέτουν τις κατάλληλες διαδικασίες, προκειμένου να γνωρίζουν τον πελάτη με τον οποίον έχουν δοσοληψίες και να κατανοούν τη φύση των επιχειρηματικών του δραστηριοτήτων,
 
-διασφαλίζει, για παράδειγμα, πληρέστερη κάλυψη του τομέα των τυχερών παιγνιδιών (η προηγούμενη οδηγία κάλυπτε αποκλειστικά τα καζίνα με κτιριακή εγκατάσταση) και συμπεριλαμβάνοντας ρητή αναφορά στα φορολογικά αδικήματα,
 
-προχωρεί πέρα από τις απαιτήσεις της ειδικής ομάδας χρηματοοικονομικής δράσης (FATF), εντάσσοντας στο πεδίο εφαρμογής της όλα τα πρόσωπα που ασκούν συναλλαγές σε αγαθά ή παρέχουν υπηρεσίες που αποτελούν αντικείμενο πληρωμής σε μετρητά ποσού ίσου ή μεγαλύτερο των 7.500 ευρώ, δεδομένου ότι υπήρξαν ενδείξεις από ορισμένους ενδιαφερομένους ότι το ισχύον όριο των 15.000 ευρώ δεν ήταν επαρκές. Τα πρόσωπα αυτά θα καλύπτονται τώρα από τις διατάξεις της οδηγίας, συμπεριλαμβανομένης της ανάγκης να προβαίνουν στη δέουσα επιμέλεια ως προς τον πελάτη, να διατηρούν τα έγγραφα, να διενεργούν εσωτερικούς ελέγχους και να αρχειοθετούν τις εκθέσεις για ύποπτες συναλλαγές. 
 
Η οδηγία ωστόσο προβλέπει την ελάχιστη εναρμόνιση και τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να χαμηλώσουν αυτό το όριο. και ενισχύει την συνεργασία μεταξύ των διαφόρων εθνικών μονάδων χρηματοοικονομικών πληροφοριών, έργο των οποίων είναι να λαμβάνουν, να αναλύουν και να διαβιβάζουν στις αρμόδιες αρχές εκθέσεις σχετικά με ενδεχόμενες υπόνοιες για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας.
 
«Η ΕΕ βρίσκεται στην πρώτη γραμμή των διεθνών προσπαθειών για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης των προϊόντων εγκλήματος», δήλωσε ο Επίτροπος για την εσωτερική αγορά και τις υπηρεσίες Μισέλ Μπαρνιέ, προσθέτοντας ότι εκτός από την προσέγγιση του ποινικού δικαίου, μια προληπτική προσπάθεια μέσω του χρηματοπιστωτικού συστήματος μπορεί να βοηθήσει να σταματήσει η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.
 
Από την πλευρά της, η Επίτροπος για τις εσωτερικές υποθέσεις Σεσίλια Μάλμστρομ, επισήμανε ότι πρέπει να διασφαλίσουμε ότι το οργανωμένο έγκλημα δεν μπορεί να νομιμοποιεί τα έσοδά του μέσω του τραπεζικού συστήματος ή του τομέα των τυχερών παιχνιδιών. «Για να προστατευτεί η νόμιμη οικονομία, ιδίως σε εποχή κρίσης, δεν πρέπει να υπάρχουν νομικά κενά μέσα στα οποία μπορούν να ελίσσονται το οργανωμένο έγκλημα ή οι τρομοκράτες, ενώ οι τράπεζές μας δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση να λειτουργούν ως τόποι νομιμοποίησης των εσόδων της μαφίας ή να καθιστούν δυνατή τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας», κατέληξε η Επίτροπος.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Πού είναι το "Σημείο L" στον άνδρα;

Αρχίζει σήμερα η συζήτηση επί του επικαιροποιημένου

Πρόταση διαμονής!!! Aγροτουριστικά διαμερίσματα "Ενύπνιον"